Είναι ένας τόπος γαλήνης και ηρεμίας, ένας τόπος πνευματικότητας και περισυλλογής, ένας τόπος ανάτασης ψυχικής! Ένας τόπος, όπου η όσφρηση απολαμβάνει τη θαυμάσια ευωδιά της πλούσιας βλάστησης, όπου, τα ανυπέρβλητα και ανεκδιήγητα κάλλη της φύσης συναντούν μοναστήρια μεγαλόπρεπα, αλλά και Κελιά ταπεινά, και Σκήτες και Καλύβια και Ερημητήρια γραφικά. Ένας τόπος, όπου, όλα μιλούν για του Πλάστη τη σοφία! «Εκεί, όπου όλα εστίν εν σοφία πεποιημένα!». Και ο λόγος, για το Άγιο Όρος! Είναι η μοναχική πολιτεία της σιωπής, στην ανατολικομεσημβρινή χερσόνησο του νομού Χαλκιδικής, που μοιάζει με μια θεόκτιστη πυραμίδα, και, που ξεπροβάλλει από της θάλασσας τα βάθη, μεταξύ Αιγαίου πελάγους, Ελλήσποντου, Σμύρνης και Θεσσαλονίκης.
Στον κόλπο του Αγίου Όρους και το λιμάνι του ή αλλιώς, ο αρσανάς της Δάφνης, όπου, αγκυροβολούν τα πλοία, που αποβιβάζουν τους επισκέπτες-προσκυνητές. Εκεί, στεγάζεται και το Λιμεναρχείο, το Τελωνείο, το Ταχυδρομείο, το Εστιατόριο, το Ξενοδοχείο, το Φαρμακείο, το Παντοπωλείο, και παράρτημα της Αστυνομίας και καταστήματα ειδών μικροτεχνίας. Πρωτεύουσά του, οι Καρυές, όπου, υπάρχει το Πρωτάτο, ένα κτηριακό συγκρότημα, που φιλοξενεί εκεί τα ανώτατα μοναστικά όργανα του Άθω, και ονομάστηκε Πρωτάτο, από το αξίωμα του Πρώτου, δηλ. της Αρχής του Όρους και είναι το σημαντικότερο κτίσμα των Καρυών.
Στον οικισμό των Καρυών επίσης υπάρχουν τα Κονάκια, δηλ. Τόποι διαμονής των αντιπροσώπων των Μονών των 19 εκ των 20, πλην αυτής του Κουτλουμουσίου, επειδή είναι πολύ κοντά στον οικισμό. Εκτός όμως από τους εκπροσώπους των Μονών, στις Καρυές, διαμένουν και μοναχοί, που ασχολούνται με την αγιογραφία και τη μικροτεχνία, αλλά, και λαϊκοί υπάλληλοι και μεταφορείς και διοικητικοί.
Ο Ναός του Πρωτάτου είναι ο αρχαιότερος του Αγίου Όρους και είναι αφιερωμένος στην Κοίμηση της Θεοτόκου και ανοικοδομήθηκε από τον Άγιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη κατά το β ́μισό του 10 ου αι. Είναι τρίκλιτη Βασιλική με αγιογραφίες και τοιχογραφίες αριστουργήματα, που αποδίδονται στον πρωτομάστορα της μακεδονικής Σχολής, Μανουήλ Πανσέληνο.
Στο Ιερό Βήμα του Ναού αυτού, φυλάσσεται η Εικόνα της Θεοτόκου Άξιον Εστί, που είναι η Εφέστιος, δηλ. η προστάτιδα Εικόνα όλου το Όρους και όλων των αγιορείτικων Μονών, στις οποίες υπάρχουν και αντίγραφά Της!
Ενθρονισμένη στο Ιερό Σύνθρονο, ατενίζει από εκεί τους προσκυνητές και είναι η προστάτιδα και η δόξα των Αγιορειτών.
Μπροστά στη θαυματουργή αυτή Εικόνα, πρωτοψάλθηκε από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ, ο ύμνος «Άξιον Εστίν ως αληθώς», και στο πλαίσιό της φέρει τις σφραγίδες και των 20 Μονών. Γιορτάζει με μεγάλη λαμπρότητα, τη δεύτερη μέρα της Λαμπρής αλλά και στις 11 Ιουνίου, σε ανάμνηση του θαύματος με τον Αρχάγγελο Γαβριήλ.
Κάτω από τη ρώσικη Σκήτη του Αγίου Ανδρέα,λοιπόν, κοντά στην Ιερά Μονή Παντοκράτορος, και σε κοντινή απόσταση από τις Καρυές, την πρωτεύουσα του Όρους, ζούσε ένας ενάρετος Ιερομόναχος με τον μαθητή του.
Ήταν Σάββατο βράδυ της 11ης Ιουνίου του 982 μ.Χ.και ο Γέροντας ξεκίνησε να πάει σε αγρυπνία στον Ναό του Πρωτάτου.
Ο μαθητής, δέχτηκε τότε στο κελί την επίσκεψη ενός άγνωστου μοναχού, που του ζήτησε να παραμείνει εκεί.
Νωρίς τα χαράματα και οι δύο σηκώθηκαν να ψάλλουν τον όρθρο στη μικρή εκκλησούλα του κελιού, και, όταν έφτασαν στην Θ ́ωδή, ενώ, ο μαθητής-μοναχός επρόκειτο να ψάλλει «Την Τιμιωτέραν των Χερουβείμ», ύμνο του Κοσμά του Μελωδού, μπροστά στην Εικόνα της Θεοτόκου, ο ξένος, συμπλήρωσε στην αρχή, «Άξιον Εστίν ως αληθώς, μακαρίζειν Σε τη Θεοτόκον, την αειμακάριστον...», ενώ, ύστερα, συνέχισε: «Την Τιμιωτέραν των Χερουβείμ...».
Ο μαθητής, ένιωσε δέος,τότε, ακούγοντας αυτόν τον ψαλμό, και ζήτησε από τον ξένο να του γράψει τον ύμνο. Δεν υπήρχε όμως χαρτί στο κελί, και ο άγνωστος μοναχός, χάραξε τον ύμνο με τα δάχτυλά του πάνω σε μια πέτρα με μεγάλη ευκολία, λες και χάραζε πάνω σε πηλό, ενώ, στο τέλος ακούστηκε να λέει: «Στο εξής, έτσι θα ψάλλουν όλοι οι χριστιανοί τον Ύμνο της Θεοτόκου», και, λέγοντας αυτά τα λόγια έγινε άφαντος, ενώ, συγχρόνως και αστραπιαία, η Εικόνα της Θεοτόκου, μετακινήθηκε στο δεξιό μέρος του τέμπλου του κελιού και η Εικόνα του Χριστού στο αριστερό.
Η αγγελοχάραχτη πλάκα στάλθηκε στη συνέχεια, στους τότε Πατριάρχη και αυτοκράτορα, για να διαδοθεί ο Ύμνος σε ολόκληρο τον ορθόδοξο κόσμο, ενώ, σύμφωνα με τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, ο άγνωστος μοναχός, ήταν ο Αρχάγγελος Γαβριήλ.
Ύστερα από το γεγονός αυτό, η Εικόνα της Θεοτόκου, μεταφέρθηκε στον ναό του Πρωτάτου, όπου, τέθηκε στο Σύνθρονο του Ναού, ως Παντάνασσα και Ηγουμένη, προστάτιδα του Αγίου Όρους, το δε κελί, όπου συντελέστηκε το θαύμα, ονομάστηκε «Άξιον Εστίν», ενώ, η γύρω τοποθεσία, ονομάστηκε «Άδειν», από το ρήμα άδω, που σημαίνει ψάλλω,τραγουδώ. Ο μοναχός αυτός τιμάται στο Όρος ως όσιος και μάλιστα, το όνομά του ήταν Γαβριήλ και αναφέρεται ως ο «Όσιος Γαβριήλ, ο ξενίσας τον Αρχάγγελο», δηλ. αυτός, που φιλοξένησε τον Αρχάγγελο. Η Εικόνα είναι αγιογραφημένη στα χρόνια της Εικονομαχίας, πιθανόν στην Κωνσταντινούπολη, κατά το πρότυπο της Παναγιάς της Ελεούσας και Δεξιοκρατούσας, του Κύκκου, της Κύπρου, που είναι έργο του Ευαγγελιστή Λουκά.
Η Εικόνα του «Άξιον Εστί» και το ελληνικό Έθνος
Στις 3 Οκτωβρίου του 1913, οι Αγιορείτες μοναχοί, αφού έκαναν εκτενή δέηση με ολονύκτια αγρυπνία στον Ναό του Πρωτάτου, συνέταξαν το μνημειώδες ψήφισμα «της αιωνίου και αδιασπάστου ενώσεως μετά της μητρός Ελλάδος»,που υπέγραψαν οι Ηγούμενοι και οι προϊστάμενοι των μοναστηριών, αφού πρώτα έβαζαν τρεις μετάνοιες μπροστά στην «Εφέστιο των Εφεστίων», Εικόνα του Αγίου Όρους, και κατασπάζονταν με συγκίνηση και δάκρυα την Πανάχραντη Δέσποινα και Έφορο του Άθω. Το έγγραφο αυτό καθαρογράφτηκε, σφραγίστηκε από την Κοινότητα και τα Μοναστήρια και στάλθηκε, το μεν πρωτότυπο στον τότε βασιλιά Κωνσταντίνο, επειδή ο βασιλιάς θεωρούνταν ο διάδοχος των αυτοκρατόρων στο Άγιο Όρος, που ήταν οι Ιδρυτές των Μονών, έστειλαν δε και αντίγραφα σε όλες τις κυβερνήσεις των ορθοδόξων κρατών.
Στα 1836, το μεγαλύτερο μέρος της Εικόνας σκεπάστηκε με λιθοστόλιστο και αργυροχρυσωμένο κάλυμμα, θαυμαστής αγιορείτικης τέχνης, που, στο εξωτερικό του περίβλημα φέρει τις σφραγίδες των 20 Μονών.
Το 1963, με αφορμή τον επίσημο γιορτασμό της χιλιετηρίδας του Αγίου Όρους, η πάνσεπτη Εικόνα της Υπ. Θεοτόκου, με απόφαση της Ιερής Κοινότητας και συνοδεία Μητροπολιτών, πολιτικών και στρατιωτικών αρχών και αντιπροσώπων των Μονών κ.ά., μεταφέρθηκε στην Αθήνα, όπου την υποδέχτηκαν με εξαιρετικές τιμές, βαθύτατη ευλάβεια και συγκίνηση. Πλήθος πιστών είχαν την ευκαιρία τότε να προσκυνήσουν τη σεβάσμια και ιστορική Εικόνα, που, για πρώτη φορά, έβγαινε από το ιερό Της λίκνο!
Το 1985, πλοίο του πολεμικού Ναυτικού, τη μετέφερε για προσκύνηση στη Θεσσαλονίκη, η υποδοχή της οποίας έγινε μπροστά στο Λευκό Πύργο, με τιμές αρχηγού κράτους!
Στην Εκκλησία του Πρωτάτου, γίνονται ημέρα και νύχτα ακολουθίες, προσευχές, παρακλήσεις και δεήσεις των μοναχών, μπροστά στην άγια Εικόνα, ενώ, οι εκδόσεις των ακολουθιών, το πλήθος των αντιγράφων και ιδιαίτερα η εξαιρετική διάδοση του αγγελοδίδακτου ύμνου «Άξιον Εστί», την έκαναν γνωστή σ’όλον τον κόσμο!
Της Φωτεινής Τσιτσώνη-Καβάγια